Ο προαγωνιστικός έλεγχος περιλαμβάνει τόσο τη φυσική κλινική εξέταση, όσο και την πραγματοποίηση του απαραίτητου εργαστηριακού ελέγχου. Η φυσική εξέταση περιλαμβάνει την επισκόπηση, την ψηλάφηση και την ακρόαση του αθλουμένου, με απώτερο σκοπό την ανακάλυψη τυχόν παθολογίας από τα διάφορα συστήματα (μυοσκελετικό, αναπνευστικό, καρδιαγγειακό, ουροποιογεννητικό). Ένα σημαντικό κομμάτι του κλινικού ελέγχου αποτελεί η λήψη του ιατρικού και αθλητικού ιστορικού του υποψηφίου αθλουμένου, καθώς διάφορες παθολογικές καταστάσεις (αρτηριακή υπέρταση, αναιμία, σακχαρώδης διαβήτης κ.α.) εμφανίζουν κληρονομικό χαρακτήρα στην εμφάνισή τους. Βάσει των ευρημάτων αυτών, ο υπεύθυνος ιατρός μπορεί να ζητήσει περαιτέρω εξειδικευμένο εργαστηριακό έλεγχο, όπως αιματολογικές, ουρολογικές και απεικονιστικές (π.χ. ακτινογραφία, υπέρηχος, μαγνητική τομογραφία) εξετάσεις για τη διαπίστωση και αντιμετώπιση τυχόν παθολογικής κατάστασης.
Ο προαγωνιστικός έλεγχος συχνά παραλείπεται τόσο από τον ίδιο τον αθλούμενο, όσο και από τον υπεύθυνο ιατρό. Ο τελευταίος, πολλές φορές χρειάζεται να εξετάζει μεγάλο αριθμό αθλουμένων και συχνά σε συνθήκες όχι ιδανικές. Ο αθλητής, επίσης, αποφεύγει τη μεγάλη αναμονή, τη λεπτομερή ιατρική εξέταση και γενικά κάθε κατάσταση που πιθανόν να τον φέρει σε δύσκολη θέση. Πολλοί το αποδέχονται σαν υποχρεωτική "ταλαιπωρία" προκειμένου να εκπληρώσουν την επιθυμία τους για άθληση.